Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT
Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:
πώς χρησιμοποιείται η λέξη
συχνότητα χρήσης
χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
επιλογές μετάφρασης λέξεων
παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
ετυμολογία
Μετάφραση κειμένου με χρήση τεχνητής νοημοσύνης
Εισαγάγετε οποιοδήποτε κείμενο. Η μετάφραση θα γίνει με τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης.
Συζήτηση ρημάτων με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης ChatGPT
Εισάγετε ένα ρήμα σε οποιαδήποτε γλώσσα. Το σύστημα θα εκδώσει έναν πίνακα συζήτησης του ρήματος σε όλες τις πιθανές χρόνους.
Αίτημα ελεύθερης μορφής στο ChatGPT τεχνητής νοημοσύνης
Εισαγάγετε οποιαδήποτε ερώτηση σε ελεύθερη μορφή σε οποιαδήποτε γλώσσα.
Μπορείτε να εισαγάγετε λεπτομερή ερωτήματα που αποτελούνται από πολλές προτάσεις. Για παράδειγμα:
Δώστε όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ιστορία της εξημέρωσης κατοικίδιων γατών. Πώς συνέβη που οι άνθρωποι άρχισαν να εξημερώνουν γάτες στην Ισπανία; Ποιες διάσημες ιστορικές προσωπικότητες από την ισπανική ιστορία είναι γνωστό ότι είναι ιδιοκτήτες οικόσιτων γατών; Ο ρόλος των γατών στη σύγχρονη ισπανική κοινωνία.
1. представляющий собой чудовище (в 1 и 2 знач.), вызывающий чувство ужаса.
Ч. зверь.
2. необычайный по своим отрицательным качествам.
Чудовищное преступление.
3. (разг.) крайне большой, весьма значительный.
Чудовищные размеры. Ч. аппетит.
чудовищный
прил.
1) Соотносящийся по знач. с сущ.: чудовище, связанный с ним.
2) Подобный чудовищу (1), характерный для него; устрашающе уродливый.
3) а) перен. разг. Неимоверно большой; гигантский, огромный.
б) Достигший крайней степени уродливых форм; страшный.
4) перен. Невероятный по силе своей бесчеловечности, низости, подлости.
1.только·полн.прил. к чудовище в 1 ·знач.; являющийся чудовищем (·книж. ). Чудовищный вид. Чудовищное существо. "По углам едва заметно дымятся высокие курильницы, представляющие чудовищных зверей." А.Тургенев.
2.только·полн. То же, что тератологический (см.тератология во 2 ·знач.; иск.). Чудовищный стиль. Чудовищный орнамент.
3.перен. Непомерно большой, гигантский, страшный. Чудовищное преступление. В чудовищных размерах. Чудовищный аппетит. "Одна сплошная чудовищная волна обхватывает весь круг небосклона." А.Тургенев.